- Πλαταιές
- I
Αρχαία πόλη της Βοιωτίας, στα σύνορα με την Αττική, μεταξύ των βόρειων κλιτύων του Κιθαιρώνα και του ποταμού Ασωπού. Από τα λίγα ευρήματα προκύπτει ότι η περιοχή είχε κατοικηθεί από την προϊστορική εποχή. Στους ιστορικούς χρόνους, οι Π. βρίσκονταν σε αντίθεση με τη Θήβα, γι’ αυτό συμμάχησαν με τους Αθηναίους (519 π.Χ.).Στη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.) οι Πλαταιείς μόνο βοήθησαν τους Αθηναίους, έλαβαν επίσης μέρος στη ναυμαχία του Αρτεμισίου (480 π.Χ.) και το 479 π.Χ. στα τείχη της πόλης έγινε η περίφημη μάχη. Σύμμαχος πάντα των Αθηναίων, η πόλη καταστράφηκε εντελώς από τους Θηβαίους κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο (427 π.Χ.) αφού προηγουμένως είχε υποστεί πολύμηνη πολιορκία των Σπαρτιατών με επικεφαλής τον Αρχίδαμο. Οι Πλαταιείς επέστρεψαν στην πόλη τους μόλις μετά την Ανταλκίδεια ειρήνη (387-86 π.Χ.), αλλά το 372 την κατέστρεψαν πάλι οι Θηβαίοι. Eπανήλθαν μετά τη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.), αλλά η πόλη, που διατηρήθηκε ως τους βυζαντινούς χρόνους, είχε χάσει πια οριστικά τη σημασία της.Σώζονται ερείπια των αρχαίων τειχών, θεμέλια ναού (ίσως του Ηραίου) και τα ερείπια του «καταγωγίου», το οποίο είχαν χτίσει οι Θηβαίοι μετά την πρώτη καταστροφή της πόλης για τη φιλοξενία των επισκεπτών και ο Ρωμαίοι είχαν μετατρέψει σε αγορά. Υπάρχουν επίσης λείψανα βυζαντινών εκκλησιών και, έξω από τα τείχη, λείψανα νεκρόπολης με σαρκοφάγους και ενός ηρώου.Πλαταιών, μάχη των-. Μάχη που έγινε το 479 π.Χ. κοντά στα τείχη των Π. μεταξύ 50.000 περίπου Περσών, στους οποίους περιλαμβάνονταν και 10.000-12.000 Έλληνες, με επικεφαλής τον Μαρδόνιο και ισάριθμων περίπου Ελλήνων, με επικεφαλής το Σπαρτιάτη Παυσανία· στη μάχη αυτή οι Πέρσες νικήθηκαν και έτσι τέθηκε τέρμα στην περσική εισβολή στην Ελλάδα. Ο Μαρδόνιος, που είχε παραμείνει μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας με τον στρατό του στην Ελλάδα, μόλις πληροφορήθηκε, το καλοκαίρι του 479, ότι ο πελοποννησιακός στρατός με αρχηγό το Σπαρτιάτη Παυσανία βρισκόταν στον Ισθμό, εγκατέλειψε την Αττική και πέρασε στη Βοιωτία, όπου στρατοπέδευσε στη βόρεια όχθη του Ασωπού. Ο στρατός του Παυσανία, αφού ενισχύθηκε με 3.000 Μεγαρείς και ενώθηκε με τον αθηναϊκό, παρατάχτηκε στις υπώρειες του Κιθαιρώνα, στα νότια του Ασωπού. Οι Πέρσες ήθελαν να παρασύρουν τους Έλληνες βόρεια του Ασωπού, για να δώσουν τη μάχη στην ανοιχτή πεδιάδα, που θα επέτρεπε την πλήρη ανάπτυξη του ιππικού τους· αντίθετα, οι Έλληνες, που δεν είχαν ιππικό, προτιμούσαν να γίνει η μάχη σε ορεινό έδαφος, νότια του ποταμού, πράγμα που πέτυχε τελικά ο Παυσανίας. Ο Μαρδόνιος έστειλε αρχικά το ιππικό του εναντίον των Ελλήνων, αλλά μετά την επιτυχή απόκρουσή του από τους Αθηναίους αναγκάστηκε να το αποσύρει. Παίρνοντας ίσως θάρρος απ’ αυτό, ο Παυσανίας μετακίνησε το στράτευμα δυτικότερα, προς τις Π., και το έφερε κοντά στη Γαργαφία κρήνη· οι Πέρσες μεταφέρθηκαν και εκείνοι δυτικότερα. Τη δεξιά πτέρυγα της ελληνικής παράταξης κατείχαν οι Σπαρτιάτες, την αριστερή οι Αθηναίοι και στο κέντρο ήταν παρατεταγμένοι οι υπόλοιποι Έλληνες. Οι δύο αντίπαλοι έμειναν αντιμέτωποι πολλές ημέρες στις νέες τους θέσεις χωρίς να αποφασίζουν να κάνουν την αρχή. Όταν το περσικό ιππικό απέκοψε τη διάβαση του Κιθαιρώνα, από την οποία ανεφοδιάζονταν οι Έλληνες, καθώς και τον Ασωπό και τη Γαργαφία κρήνη, απ’ όπου υδρεύονταν, οι Έλληνες αποφάσισαν να υποχωρήσουν προς την κατεύθυνση των Π. Την επομένη νύχτα της 26ης προς 27η Αυγούστου ξεκίνησαν χωρίς συνοχή, τα τρία τμήματα της ελληνικής παράταξης χωριστά (Σπαρτιάτες, Αθηναίοι, Έλληνες του κέντρου) για την προκαθορισμένη θέση Νήσο. Το πρωί της 27ης, πριν προλάβουν να συγκεντρωθούν όλοι οι Έλληνες εκεί, ο Μαρδόνιος αντελήφθη την ελληνική υποχώρηση και ζητώντας να επωφεληθεί της ευκαιρίας διάταξε την επίθεση. Ο ίδιος, επικεφαλής του περσικού πεζικού, επιτέθηκε εναντίον των Σπαρτιατών, και οι Θηβαίοι εναντίον των Αθηναίων. Kατά τον Ηρόδοτο, τα κέντρα των δύο παρατάξεων δεν πήραν μέρος στην κρίσιμη φάση της μάχης. Οι Σπαρτιάτες κατόρθωσαν να κρατήσουν τη θέση τους και ο Παυσανίας προχώρησε στην επίθεση. Για μια ακόμα φορά, όπως στο Μαραθώνα, η ελληνική φάλαγγα φάνηκε ανώτερη από τους ελαφρά οπλισμένους Ασιάτες. Όταν σκοτώθηκε ο Μαδόνιος οι Πέρσες τράπηκαν στη φυγή: ένα τμήμα του στρατού τους κλείστηκε στο στρατόπεδο τους και εξολοθρεύτηκε από τους Έλληνες, ενώ ένα άλλο με επικεφαλής τον Αρτάβαζο, υποχώρησε προς τη Φωκίδα. Οι Θηβαίοι νικήθηκαν επίσης από τους Αθηναίους και κλείστηκαν στην πόλη τους· ύστερα από εικοσαήμερη πολιορκία παρέδωσαν τους μηδίζοντες αρχηγούς τους και τιμωρήθηκαν με τη διάλυση της Βοιωτικής συμπολιτείας. Οι νικητές ανάθεσαν το ένα δέκατο των λαφύρων στους θεούς και αφιέρωσαν στους Δελφούς χρυσό τρίποδα επάνω σε χάλκινο κίονα με τα ονόματα των πόλεων που πήραν μέρος στη μάχη. Η χώρα των Πλαταιών κηρύχτηκε ιερή και ορίστηκε ο εορτασμός, κάθε 4 χρόνια, των Ελευθερίων, γιορτής προς τιμήν των Ελλήνων που έπεσαν στη μάχη.
Πλαταιές. Αρχαία ερείπια. Στις Πλαταιές, το 479 π.Χ., οι Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες και τερμάτισαν την περσική εισβολή στην Ελλάδα.
Λείψανα του αρχαίου οικισμού των πλαταιών. Στο βάθος διακρίνεται ο σημερινός οικισμός.
IIΤο σημείο που εικάζεται ότι βρισκόταν η αρχαία Κρήνη Γαργαφία, όπου παρατάχθηκαν οι Έλληνες πριν τη μάχη του 479 π.Χ.
Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 380 μ.), στην πρώην επαρχία Θήβας, του νομού Βοιωτίας. Είναι έδρα του ομώνυμου Δήμου (37 τ. χλμ.), στην οποία ανήκει και άλλος ένας μικρότερος οικισμός, η Μονή Αγίας Τριάδας (υψόμ. 580 μ.).* * *οι / Πλαταιαί, αἱ, ΝΑ, βοιωτ. τ. Πλατηαί, σπάν. τ. εν. Πλάταια, ἡ, ΝΑπόλη της Βοιωτίας, κτισμένη στις βόρειες υπώρειες τού Κιθαιρώνος, κατά τα σύνορα τής Αττικής, που είχε πληθυσμό ιωνικής καταγωγής και πήρε την ονομασία της από την Πλάταια, την κόρη τού Ασωπού, κατά τον Όμηρο δε πολέμησε μαζί με τις άλλες βοιωτικές πόλεις στον Τρωικό Πόλεμο2. φρ. «μάχη τών Πλαταιών» — μάχη που έγινε τον Αύγουστο τού 479 π.Χ. στο εκτεινόμενο από τις Πλαταιές μέχρι τη νότια ὁχθη τού Ασωπού ποταμού πεδίο, κατά την οποία συγκρούστηκε η υπό τον Μαρδόνιο περσική δύναμη με τον υπό τις διαταγές τού Σπαρτιάτη Παυσανία στρατό και η οποία αποτέλεσε τον θριαμβευτικό για τους Έλληνες επίλογο τών Περσικών Πολέμων.[ΕΤΥΜΟΛ. Το τοπωνύμιο Πλάταια/ Πλαταιαί παράγεται από το θ. τού επιθ. πλατύς. Κατά μία άποψη, η λ. αντιστοιχεί με το αρχ. ινδ. prthivī «γη, πλατιά επιφάνεια», Κατ' άλλους, ο τ. Πλάταια έχει προέλθει από το πλατεῖα, θηλ. τού επιθ. πλατύς με αφομοίωση τού -ε- σε -α-. Για τη διαφορά τονισμού στους τ. τού εν. και πληθ. Πλάταια και Πλαταιαί, πρβλ. ἄγυια: ἀγυιαί].
Dictionary of Greek. 2013.